ΜΙΑ ΜΕΡΑ ἐσωτερικὴ ἀποσύνθεση, μήτε τὸ μυαλὸ σαλεύει, μήτε τὸ κορμὶ μπορεῖ νὰ κινηθεῖ, οἱ αἰσθήσεις ἔχουν καταπέσει. Πολλὲς παλιότερες ἥμερες, ἀναρίθμητες, τὸ ἴδιο ἀκίνητες καὶ κούφιες, μέσα σου φανερώνεται μ' ἔντονο φωτισμὸ κινηματογράφου, ἡ γύμνια-ἐρήμωση, μικρὲς ἢ μεγάλες ἧττες συνήθως ἀπροσδόκητες, ἐπίμονες λεηλασίες, ἡ αἴσθηση τῆς ματαιοπονίας, τῆς ματαιότητας, μόνο ξερὲς ἐφημερίδες, ἐκνευριστικές, φυσάει ἀνάστατος ἀέρας, ξερὸ μυαλό, ὁ χρόνος ποὺ χάνεται, ὅλος ὁ χρόνος σκουπιδιάζεται, ἕνας ἀπέραντος σκουπιδότοπος, Ἑλλὰς Ἑλλήνων Χριστιανῶν, μιὰ ἀπέραντη μία σκοτεινὴ ἀπειλή, ὁ φόβος, ὁλάκερη ἡ ὕπαρξη νὰ εἶναι μία πληγὴ ποὺ βρωμάει, χωρὶς νὰ ἔχει πονέσει ποτέ, σήμερα πρώτη Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 1973, ἐγὼ στὸ χαρτὶ φωνάζοντας.